Submit your work, meet writers and drop the ads. Become a member
 
191 · Jun 2020
ακόμη μία φορά
MARIA PANOUTSOU Jun 2020
Σπάσε την στάμνα, μέρα καθαρμού

Έλα να σβήσουμε τα πρόσωπά μας
Και τα ονόματα γραμμένα
μόνο στην άμμο δίπλα στην θάλασσα

Άσε να ξεβραστούμε τυχαία
σε μια παραλία αυτού του κόσμου
Χωρίς ταυτότητα με αμνησία στο κορμί

Έλα και πλάγιασε δίπλα μου ξένος με ξένη
Αλλά με εκείνη την αγάπη που ζήσαμε
εκείνα τα δευτερόλεπτα

Μην παρασύρεσαι εκεί είμαι στην γωνία
Περιμένω με αγωνία το απρόσωπο πρόσωπο

Τον άνθρωπο χωρίς τα λόγια
Τον άνδρα χωρίς τον σκοπό

Μεγάλωσε ο χρόνος
και κυλά ο ουρανός στα όνειρα μου

Με μια παντιέρα ανεμίζω
και σημαδεύω την άφιξη σου

Δεν χάνεται η λέξη που ειπώθηκε
σε μια στιγμή
που το αίμα κυλούσε γοργά
190 · Oct 2018
Μνημοσύνη
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
Friends are the scales
to approach the sky
M.P



Mε νανουρίζω και θυμάμαι.
Τότε που είδα έναν τυφλό,
να προσπερνά ένα δρόμο,
μια βροχερή μέρα του Οκτώβρη.

Ή τον ρόγχο, που έβγαινε
από το στόμα του θείου,
πριν πεθάνει μέρες έξη.


Έξω η πολιτεία κοιμάται
ένας  γέροντας κοιτά τον ουρανό

Ένα στρουμπουλό παιδί στην άδεια πλατεία μαζεύει  πώματα από κόκα κόλα.

Στο  Παράθυρο αντικρύ κουνήθηκε η κουρτίνα

Το διπλανό κτίριο σκοτεινό

Κάποιοι περαστικοί κοιτούν με περιέργεια

Την γωνία τα σκουπίδια  
σαν παρασκήνιο τσίρκου  εγκαταλελειμμένου


Αδημοσίευτη συλλογή.
©Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
Καράβι στολισμένο

ετοιμόρροπο/

στην άκρη θαλάσσιου ύδατος/

εξατμίζεται



Αστόλιστο  δένδρο

γυροφέρνω/

με  στολή ναυαγού/

πριν κυλίσει αργά στο σκοτάδι



Γιρλάντες απωθώ/

μ’ ενοχή τρανταχτή/

δώρα χαρμόσυνα/

ατμόσφαιρας  λειψής



Ψαχουλεύω  στις  τσέπες

του μυαλού μου/

περπατώ

στο δωμάτιο αργά/



Σε φέρνω στολίδι

σε  δικό μου ζωγραφισμένο πίνακα/

και  αναρωτιέμαι

για τη μορφή σου/



Έξω βοριάς/

μα να / ο  αιώνιος  Σίσυφος /

κουβαλώντας τον σταυρό του/

μόλις γεννήθηκε



Σηκώνω τις λέξεις

τις τραβώ απ’ το κορμί Σου/

καταπίνω τ’ όνομα Σου/

γεμίζουν τα σπλάχνα  μου ευλογία/

Σε θέλω  φίλο/



Ξεσκεπάζοντας

βλέπω τα σημάδια Σου

άπιστε Πέτρο/

αναποδογυρίζω  εικόνες/

με τον Ρουμπλιόφ

να κλαίει γοερά/



Τι μένει απ’ την γιορτή γέννησης/

παρά ένας καημός/

κι ένας λυγμός



Στην  άκρη της πόλης/

πάνω σε πέτρα άβολη

και κοφτερή/

Σε βλέπω/



Ένα παιδί που μόλις  μεγάλωσε/

δηλώνει  πίστη και  λέει/

«Άφετε τα παιδία

και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με,

των γαρ τοιούτων εστίν

η βασιλεία των ουρανών»



Έξω/ ωχρή συννεφιά/

Σε σκέπτομαι στο κρύο/

και παγώνω/

Σε  αφήνω σκυφτό /και  σκεφτικό/

Χριστέ μου



Γυρνώ το βλέμμα μέσα/

επιστρέφω στο χρέος /

εγκαταλείπω το χάος/



Τιτίβισμα παιδιών με καλεί/

εξιστορώ τον ερχομό Σου/

Λιβάνι / Χρυσός  και Σμύρνα/



Βάζω τα λόγια Σου

στο στόμα μου και πάω/

σε μια καρδιά δική Σου/

και δική μου/



Ο κύκλος  ξεκινά και πάλι/

Είναι Χριστούγεννα
FOR CHRISTMAS
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
Φαίδρας προς Ιππόλυτο

Γυμνή μπροστά σε δύο άνδρες.
Να ζήσω ή να πεθάνω.
Η απουσία ρούχων με εκφράζει.

Για Δες!
Μια στιγμή αδυναμίας
και το όραμα της ελευθερίας

παγώνει.

Δεν αναρωτιέμαι πια για τίποτα.
Μοναχικός ένα δρόμος
ξανοίγεται μπροστά μου.
Αναζήτηση της ηρεμίας.
Μιας και μόνης.

Εκείνη, με το σώμα αγνό από πάθη.

Δρόμος σκοτεινός και τρομαχτικός
αφού τα δυο σου μάτια, ίδιοι φανοί,
θα λείπουν απ’ την ζωή μου.
Μοναξιά ήρεμη καλώ να με ακούσει.

s.o.s

Πριν είναι αργά και η θέληση
για θάνατο, με πλησιάσει.

Σε λίγο αυτό το γράμμα,
η πιστή παραμάνα, θα παραδώσει.
Σκυφτός θα την διαβάσεις.
Σε λίμνη θα την δώσεις,
τροφή των ψαριών, το ξέρω.
Μα πριν, κάθε κόκκο φιλίας δικής μας,
να εκτελέσεις, σπονδή, στην θεά Αφροδίτη.
Μαρία Πανούτσου
Αθήνα 2019
188 · Oct 2021
something more
MARIA PANOUTSOU Oct 2021
Και κάτι ακόμη

στα χείλη μου σταμάτησε

κρεμάστηκε σαν ώριμο τσαμπί

και λέξη πια δεν ειναι







αέρας φυσά

το μαντήλι έπεσε

μαζεύω πικραλίδες

η άνοιξη έφτασε







άνοιξε το κουτί

κλεισμένη πεταλούδα

στα χρώματα της γης

φτερούγισμα το δείλι







το τραίνο με είχε κοιμίσει

το κεφάλι στο πλάι γερμένο

τα μάτια κλειστά

το μυαλό έπλαθε





η άπνοια από την αμάθεια

η γλαφυρότητα από τον σκοπό

η τελειότης από την αγάπη

το μειδίαμα ένα διάλειμμα αιώνιο
MARIA PANOUTSOU Nov 2017
του τυφλού τα λόγια
στρίψε και ας με
φύγε και ξέχασε με
τα πάντα εδώ γύρω
το πεζοδρόμιο απ’ έξω
ανάσκελα ο σκύλος
το ντέφι γέρνει πίσω
τα κουδούνια του θησείου
σήκωσε το σεντόνι
κρύψε ό τι είναι σκορπισμένο
λάμπουν τα γράμματα
τα μάτια άδεια
ανατριχιάζει το κρύο
πινελιές στο τζαμί
το λεωφορείο ξεκινάει
ένα κάθισμα σε περιμένει
μασουλάς ένα ψίχουλο
αναβολή στην συνάντηση
ίσιωσε το σώμα, πλησίασε
αντέχεις αντέχεις
θαύμα
πήδησε στο κρεβάτι
το τοπίο κέρδισε
άφησες την φωτογραφία
ωραία, κλίσε την πόρτα
χαμήλωσαν τα φώτα, σκιές εκεί
καθαρίζω, καθαρίζω,
νοσταλγώ, νοσταλγώ,
αράχνη νύχτα
σε διαφορετικά σπίτια καλεσμένη
ανεβαίνω κατεβαίνω τα σκαλιά
αγγίζω για λίγο και φεύγω
τίποτα όπως όχθες
δεν είναι όλα του κόσμου πιο δυνατά από μάς
να πεθάνεις
ενώ ο έρωτας σου ματώνει
καρφωτά τα σπλάχνα
ή
γέροντας ανήμπορος;

©Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jun 2019
Τρίτη έκδοση 2018-2019



Και προσεύχομαι στο Θεό
να έχει έλεος πάνω μου
M.Π



Είμαι μαζί του
η πόλη δεν είναι τόσο κρύα.
Ο χρόνος είναι ένα παιχνίδι,
για παιδιά και εραστές,
Το διάστημα γεμίζει
με το παιχνίδι των αστεριών.

Μετακινιούνται τα σώματα
ανάμεσα σε τόπους,
να βρούμε μια φιλόξενη γωνιά,
για την γύμνια  τους,
ένα χώρο ειρηνικό.

Συλλέγω λουλούδια,  
χαρτί, για μένα.,
«γράφε» διατάζω.
Χαμογελούσα  καθώς περπατούσα
έχοντας μέσα στα ματιά,
τα πρόσωπα .της νύχτας

Πόσο εύκολος είναι ο χειμώνας,
όταν αγαπάς.
Όχι η αγάπη της διπλανής
πόρτας,
ή μια ουτοπία της νοσταλγίας,
ή το έντομο,
που πετάει γύρω απ’ την μύτη
με θόρυβο,
και κανείς
δεν το αδράχνει.

Για αυτόν τον καλοσυνάτο χειμώνα,
αιτία,
είναι μια αγάπη
που συνορεύει με το τίποτα*.
Μαρία Πανούσου,
* Αναφορά στον Ν. Καρούζο.
185 · Sep 2020
Untitled
MARIA PANOUTSOU Sep 2020
δικό μου είναι το πρόσωπο /  

και ό,τι θέλω το κάνω /  

το χθες και σήμερα δικό μου πάλι/  

το όμορφο και το άσκημο εγώ ειμαι /

παρούσα ή απούσα /  

σε κάθε τι υπάρχω /

κρατώ  ό,τι καλό  

και με κρατά  και αυτό  

χέρι με χέρι

ματιά με ματιά  

και λόγος με λόγο
185 · Mar 2024
Οδοιπορικό Ά
MARIA PANOUTSOU Mar 2024
Οδοιπορικό Ά

Καθώς στερεύουν τα πηγάδια της συνείδησης, είμαστε εκτός ορίων

Εκείνες ήταν ανελέητες, ωχρές από μανία, στεγνές, χωρίς καρδιά, θηλυκά με μύξες στα μάτια τους, αντί για φως και φωτιά. Είχαν ένα μάτι στραμμένο στο εαυτόν τους και ένα άλλο μάτι στο πλάι να κοιτά πλάγια τους άλλους να αντιπαλεύει το ένα το άλλο. Δεν έμοιαζαν καν με μονόφθαλμο αλλά με ένα τέρας χωρίς πρόσωπο, με εκφραστικούς μύες που δήλωναν την απαξίωση, την απόλυτη και σκληρή απαξίωση του θηλυκού, με το σώμα τους αραχνιασμένο, με ένα και ένα ακόμη ίσον δυο, μάτια – τρύπες, ασύμμετρες θολές, να κοιτούν σε κατευθύνσεις αντίθετες, σε ένα κεφάλι που γυρνούσε γύρω -γύρω σε ταχύτητα ασύλληπτη, για να μην χάσει καμία όψη του κόσμου την ίδια χρονική στιγμή. Η έχιδνας όψη τους, γεννούσε σιχασιά πιο πολύ, παρά φόβο.

Τις ονόμαζαν γυναίκες και γεννούσαν παιδιά όλα αγόρια που τα σκότωναν με την γέννηση τους. Αν έφερνα στο κόσμο θηλυκά τα στιγμάτιζαν με την πρώτο κλάμα. Ερχόντουσαν σε επαφή με τους άνδρες που είχαν απομείνει στο κόσμο, κάτι γέρους με πέη δύσοσμα αλλά ακόμη ενεργά. Πήγαιναν βράδυ μαζί τους χωρίς φεγγάρι ή καταμεσήμερο με τον ήλιο κατακόρυφο να τους καίει τα απαίσια κορμιά τους και τους βίαζαν. Τα μωρά που δεν ήταν πια μωρά, ζητούσαν απεγνωσμένα να βυζάξουν από τα στήθη των μανάδων τους, που δεν ήταν πια μάνες, αλλά ακέφαλα τέρατα. Δέος καθώς μπρούμυτα τα παιδιά βύζαιναν τα στήθη χωρίς γάλα.

Οι κοπέλες που επέζησαν και δεν συμφωνούσαν με το είδος της καταστροφής του γένους, που επέβαλλε η πλειονότητα των γυναικών, έκαναν ότι μπορούσαν για ν’ αφανίσουν τις γυναίκες αυτές και τους γέρους άνδρες και στραγγάλιζαν τα στιγματισμένα θηλυκά, με στόχο να μην δοθεί καμιά επιπλέον διορία.

Μαρία Πανούτσου

Από την ανέκδοτη σειρά σύντομων αφηγημάτων: «Αλληγορίες»
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
Αυτό το  ταξίδι κράτησε πολύ


                                                          ­                                                                 ­      Μην φωνάζετε
δεν είμαι κουφή
ακούω τα πάντα




Από το εκεί στο εδώ
με μάτια ανοιχτά  και δεν τυφλώθηκα
τρύπωνε το φως πότε - πότε

Κοίταξα  πρώτα τον γιατρό που με κοίταζε
κοίταξα και  την μάνα μου - ακόμη πονούσε
-χαμογελαστή πονούσε-ανοιχτό το σώμα

Μετά  έκλεισα τα μάτια να ξεκουραστώ
το ταξίδι μεγάλο
και οι πόνοι με χίλιους ήλιους σε νέο πλανήτη

Για μένα  το νερό μοναστήρι πρώτο
πιο σημαντικό κι’ απ’ το φως
και ο αέρας ένα  ποτάμι και αυτό


Ήθελα να γεννηθώ  ανάποδα  
αλλά στο τέλος άλλαξα γνώμη
και βγήκα με το κεφάλι ΄
φελούκα στον ουρανό

Μέσα στο σώμα της, σκοτάδι
υγρασία και  ένα κύμα ταλάντευσης
κούνια και ύπνος  βαθύς

Δεν ήθελα να ξεγελαστώ
κάτι μου έλεγε ότι θα  έχανα την επαφή  
μόλις αντίκριζα το φως
από  τί δεν ήξερα -σκεπτόμουν όμως
λαγοκοιμόμουν
αφουγκραζόμουν  

Κράταγα
τα
σχοινιά  
του
καραβιού

Κράτησε πολύ αυτό  το ταξίδι  
αναρριχιόμουν συνεχώς
καθώς γευόμουν  την μυρωδιά της μάνας
αλλά και την φωνή της που με πότιζε  
με ερωτήματα

Όλο αυτό
είχε  
μια  
γλύκα
ενοχλητική  

Το φως αντίκρισα κουρασμένη  
και  φωνή δεν είχα  να κλάψω
όμως  έκλαψα στο τέλος  
για να ησυχάσουν οι άλλοι

Αυτό το χωρίς επιστροφή  
ταξίδι του ερχομού  
που φανερώθηκε
κράτησε χρόνο πολύ

Στις χούφτες μου μηνύματα κρατούσα σφιχτά
δώρα για βασιλείς και αρχόντους
και στις κόρες των ματιών μου
όλη  η  ζωή της ανθρωπότητας

Είμαι αδύναμη και ο ψυχισμός βουβός
τις νύχτες με παρατάει
και τρέχει σε μέρη άγνωστα κι’  αφιλόξενα
γεμίζει τις φλέβες μου με δηλητήριο
το αισθάνομαι καθώς  όλο το σώμα
σαν το υγρό που ξεχειλίζει κάποια στέρνα

Βρίσκομαι ακόμη σ’ εκείνο το ταξίδι
η μήτρα  γεννά και η μήτρα θάνατο σπέρνει
άντε αδέλφια και εσύ θεέ
ανοίχτε τις  θάλασσες  
δεν έχουμε χρόνο πολύ ακόμη
----Κέα  2019
184 · Jul 2018
stones
MARIA PANOUTSOU Jul 2018
οι πέτρες/
κι' αυτοί που τις μαζεύουν /
και μαζί τους και εγώ/
και τα παιδιά/  
και οι γέροι /
σκύβουμε γιατί έτσι πρέπει/
δονηπαθούντες/

για μια στιγμή/
ένα ποτάμι από χαμόγελα/
που ξεκινά από τις πέτρες/
που μοιάζουν ασάλευτες
και που δεν είναι/
σκορπιούνται τότε/ στο σώμα  

Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jul 2018
Δεν υμνούμε μόνο το φως


είμαι εδώ για να σας θυμίζω
την ώρα της ανάπαυσης
του δειλινού την ώρα
μεταθανάτια ώρα της αυγής
και της λευκής νύχτας την θερμότητα


εκεί που ξενυχτούσαν γυμνά σώματα
του πόνου και   της θύμησης
της νοσταλγίας παιδιά
να σας θυμίσω ό τι σκοτεινό κι' ολέθριο
Κασσάνδρας τραγούδι καθάριο κοφτερό


δεν αντιστέκομαι  σε τρεχούμενα νερά
σε πεδιάδες χλοερές
και σε βουνά  απάτητα
και τις σημαίες π' ανεμίζουν
μεσίστιες κάπου  σχισμένες λερωμένες


αλλά καβάλα  στις ιστορίες μου
με κερινα χαρια και  ομιωματα
βαδίζω σταθερά και άλλοτε  τρικλίζοντας
αναζητώντας  κόκκο  
δεν ξέρω πια τι κόκκο αναζητώ  







©Μαρία Πανούτσου
183 · Jan 2019
Οι Αρλεκίνοι
MARIA PANOUTSOU Jan 2019
Οι Αρλεκίνοι

Φορώ μια μάσκα/
Μόλυβδος ανθρακικός /
Κατάσαρκα την βάζω/
Γι' αυτό αφήνω το ψιμύθιον/
Κάπως γι 'αργότερα νομίζω/
Την φυσική μου μάσκα θα φορέσω/
Εμέ την ίδια να πλανεύσω/
Μάσκα καλής και άκακης γυναίκας/
Να παίξω με τον ρόλο /
Όπως παίζουν τα ζάρια/
Οι φτωχοί κι οι βασιλιάδες/

Μαρία Πανούτσου
Απόσπασμα ποιήματος
Οι Αρλεκίνοι
182 · Feb 2019
χοπ χοπ χοπ
MARIA PANOUTSOU Feb 2019
δυο βήματα πριν και τρεία μετά
βρίσκομαι σε ένα δρομάκι
κοντά, ένα ρυάκι που συνοδεύει ρυθμικά
μαζι και δυο μικρα κατσικάκια
κοιτούν περίεργα τον βηματσμό μου
και κοντοστέκονται
πριν αρχινήσουν το χοροπηδητό
χοπ χοπ χοπ

πλησιαζει η άνοιξη κρυμμένη στον αγέρα του βοριά
μα εγώ την ακούω και της κρυφομιλώ
MARIA PANOUTSOU   24  FEBRUARY
181 · Oct 2018
Siéntate,
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
Siéntate,
Letra: Maria Panoutsou
Traducción del Griego: Antonio Chincoa






Siéntate,
coge una silla
y siéntate.
el sol está lejos aún
cuando llegue la hora
lo veremos
traerá luz y calor
lejos está todavía el sol
y hace frío
y hace frío
es,
cuando venga la hora
lo sentirás
lo sentiremos juntos
y te irás
siéntate,
coge una silla
y siéntate
180 · Nov 2019
Η νύχτα
MARIA PANOUTSOU Nov 2019
Η νύχτα


όπως η μελάνη που στάζει σ’ ένα άσπρο χαρτί
έτσι αγγίζω τις ριπές του δειλινού μιας μέρας

εκεί στη άκρη της γλώσσας, δες το σπυράκι
στη άκρη της χούφτας, ένα λερωμένο μαργαριτάρι
μ’ ένα ποταμό από φιλιά αρχίζει το όνομά σου
ν’ αλλάζει να γίνεται ένα σφουγγάρι από μνήμες

σταλάζει η αγριάδα του κορμιού σου
κι ‘εντοπίζω έναν χτύπο δικό μου στο σύμπαν

σε αποκαλώ, σε φωνάζω, αγέρα αναστημένο
μήπως και βρω μια συγγένεια με την φύση

υπάρχει ένας τόπος αγρυπνίας με ανθρώπους
εμένα μου φτάνει ο ύπνος της νύχτας κοντά σου

την νύχτα που μας σκεπάζει και μας ενώνει

Μαρία Πανούτσου
Νοέμβριος 16 / 2018
179 · Nov 2018
η στιγμή
MARIA PANOUTSOU Nov 2018
η στιγμή

ένα  αστέρι  γεννιέται πίσω από τις γρίλιες

μια μικρή κουκουβάγια  κράζει  μόνη


το φεγγάρι   περιμένει


είναι   ο καιρός να  σμίξουν  δυο αερικά
176 · Feb 2019
Εσύ
MARIA PANOUTSOU Feb 2019
Εσύ,

κρυώνω λέω, το φως λιγοστεύει

κι’ ανάμεσα σε δυό σιωπές,

η ανάγνωση του ευαγγελίου,

στο στήθος μου επάνω γράψε

την ημερομηνία θανάτου μου

(εσύ) μόνο την ξέρεις

λίγο πιο πριν από την αυγή,

ύπνος σου για μένα

η γραφή του τέλους

δεν σε νοσταλγώ ούτε αφήνω το-

σώμα σου να τριγυρνά

στις απολήξεις του κορμιού μου

ο φόβος του θανάτου με πλησιάζει

όταν (εσύ) μακριά

αποσταίνεις

ξέρω την τύχη των ανθρώπων,

κοινή- σαν μια πουτάνα για όλους,

εμάς- στο δρόμο περιμένει

τι μας έκανε η πλάση τόσο

να υποφέρουμε

για ένα τίποτα-

αχ και να μπορούσα να σου

πω μια ιστορία- μέχρι το χάραμα

της άλλης μέρας

αυτό πως τ’ ονομάζουν

οι σοφοί; πως ονομάζουν

την κάθε μας στιγμή που φεύγει;

του έρωτα φτερά, έγιναν πούπουλα

πούπουλα, για να φουσκώνει

το μαξιλάρι που κοιμάσαι

μην ψάχνεις

το σώμα μου–

για γυναικεία σημάδια

δεν είμαι παρά

ο άλλος, ο άφυλλος

ο εαυτός σου

ακούς χτυπήματα στην πόρτα;

το βουητό

της νύχτας;

περίμενε το νήμα

από το λώρο

να σε τραβήξει όπου νάνε

μιλώ με την φωνή της φύσης

κι υποψιάζομαι

τι είναι χειρότερο απ’ τον θάνατο

κοίτα εκείνους τους πιγκουίνους,

πόσο ξεχωρίζουν

μ’ έναν μόνο ήχο την καλή τους

«εσύ,

με ξεχωρίζεις,

με ξεχωρίζεις- άραγε;»
12/02/2019    MARIA PANOUTSOU
175 · Nov 2019
Portrait
MARIA PANOUTSOU Nov 2019
If I knew how to stand
how to walk
and if the sky break in two
just for me
over my head
and all the hidden presents  
waters that mingle, in river and sea
how beautiful they look faded
lamps and stars,
then
I would have bathed, in body and hair
and that it defines me,
small bitter and tender
and face the fire,
with words
to quench her.

Maria Panoutsou
175 · Dec 2019
Ενοχή
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
…του θέρους μνήμες  σκόρπαγε, τις περασμένες
μαζεύοντας τα πρωινά, κοχύλια στις ακτές,
ξεβράσματα μιας εποχής, της θάλασσας περίσσια,
κι’ έριχνε βλέμματα σε τόπους άλλους μακρινούς,

σκορπίζοντας  το είναι του, σε νύχτες λαφιασμένες
καθώς οι μέρες ισομετρικά, ταξίδευαν παντού,
κι οι φόβοι να τον κυβερνούν,
στο μήκος των ονείρων,
χαραματιές που άφηναν σε σώμα και ψυχή,

ki’ ανυποψίαστος αυτός, ριγούσε, μπερδεμένος,
σε κάθε  χτύπο  του κορμιού,
και της καρδιάς
και του σπιτιού το τρίξιμο….

κι' άφηνε του φόβους του να κυβερνούν
καθώς οι μέρες ταξίδευαν
εκείνος
το μήκος του χρόνου μέτραγε  
κι ακούγονταν παντού
πατημασιές

2019 Αθήνα
174 · Jun 2023
o πατέρας
MARIA PANOUTSOU Jun 2023
o πατέρας



Πρώτο μέρος



Πως, κατέβηκα απ’ τον ουρανό,



κάποιο χάραμα,



στην μήτρα της μάνας μου,



σαν ένας άγγελος με ξέπλεκα μαλλιά,



στο στήθος δυο χούφτες χρυσάφι,



σαν έτοιμη από καιρό



μ’ ολάνοιχτες τις κόρες των ματιών,



μοιάζει αληθινό







Δευτερο μέρος







Έτσι πρωτόδα τον πατέρα



καθώς κρατούσε εν’ αστέρι στα χέρια  του



και πάλευε μ’ αυτό,



και όλο ρωτούσα  άπληστα



τότε, ξεδίπλωσε  πετσέτα ολόλευκη,



την άπλωσε σε χάρτινο τραπέζι,



με κοίταξε θλιμμένα και έφυγε,



με υποσχέσεις για μικρές χαρές











Μέρος Τρίτο







Χρόνια μετά,  ζητούσα την μορφή του



στα όνειρα μου, πάντα μουσκεμένα



πως τάχα είχε φύγει και έμενε σε σπίτι άλλο



«τι βάσανο η αγάπη   μακρινή μητέρα»



όλους τους φόβους  σου φορτώθηκα



μαζί με σπλήνα, δάκρυ και αίμα



Μυστήριο  ήσουν αφού  κανείς δεν ήξερε



πότε ερχόσουν και πότε έφευγες



και πάλι ρωτούσα με αγωνία και έψαχνα



μόνο σιωπές και λίγα λόγια σκορπισμένα στον χρόνο



δώρα, που άνοιγαν πιο πολύ  ανησυχία και αποχωρισμό











Μέρος  Τέταρτο







Σε μουσικές εξαίσιες με μεγάλωσες



Κι αργότερα, επιστροφή στις παρτιτούρες  σου



κοιτούσα  αχόρταγα, γραφή,



π ‘μοιαζε πιο πολύ  με νότες παρά με γράμματα,



αχνές σημειώσεις και ημερομηνίες



καθώς τα χρόνια περνούσαν έβλεπα τις ρυτίδες



στο πίσω μέρος του λαιμού σου και μ’ έπνιγε η στοργή



ακούμπησα τις λιγοστές φορές τα χέρια μου



στις πλάτες σου που όλο αδυνάτιζαν



και  υπολόγιζα τον χρόνο



με τα’ άσπρισμα των μαλλιών του



όλα αυτά σε ηθελημένη σύγχυση



εφιάλτες και πραγματικότητα έσμιγαν σε ήχους







Μέρος Πέμπτο







Με μάθαινες την ιστορία της μουσικής,



τις  λίγες ώρες που σε έζησα,



με ονόμαζες Σοπέν..



δεν ξέρω  ακόμη  το γιατί,



(ίσως και να  έχω καταλάβει)



και χαμογελούσες,



Έφυγες μιαν άνοιξη και το’λεγες,



«για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει»



μεγάλωσα απότομα με το φευγιό σου



και δεν το ήθελα,



παιδί γυναίκα ποτέ  ξανά,



κανείς δεν πίστευε τον άπιαστο  πόνο μου



και σκάρωσα ταξίδι  μακρινό σε άλλο τόπο



και εκεί  ξεχειμώνιασα την πίκρα μου λίγο καιρό...







Ο Πατέρας   β΄ εκδοχή











Συνεχίζεται- σε εξέλιξη







Copyright © Μαρία  Σκουλαρίκου – Πανούτσου .



All Rights Reserverd



Αθήνα 2016



Σημείωση της ποιήτριας



Η πραγματικότητα είναι διαφορετική από τον μύθο του πατέρα. Ο πατέρας δεν έφυγε ποτέ από το σπίτι μας παρά μόνο στα  επαγγελματικά του ταξίδια που  με αυτά, γύρισε τον κόσμο τρεις φορές και έμαθε στην μητέρα μου και μένα την υπομονή και την αναμονή. Φαίνεται ότι στα όνειρα μου αυτή η απουσία, πήρε μεγάλες διαστάσεις στην παιδική και εφηβική ηλικία










Πρώτο μέρος



Πως, κατέβηκα απ’ τον ουρανό,



κάποιο χάραμα,



στην μήτρα της μάνας μου,



σαν ένας άγγελος με ξέπλεκα μαλλιά,



στο στήθος δυο χούφτες χρυσάφι,



σαν έτοιμη από καιρό



μ’ ολάνοιχτες τις κόρες των ματιών,



μοιάζει αληθινό







Δευτερο μέρος







Έτσι πρωτόδα τον πατέρα



καθώς κρατούσε εν’ αστέρι στα χέρια  του



και πάλευε μ’ αυτό,



και όλο ρωτούσα  άπληστα



τότε, ξεδίπλωσε  πετσέτα ολόλευκη,



την άπλωσε σε χάρτινο τραπέζι,



με κοίταξε θλιμμένα και έφυγε,



με υποσχέσεις για μικρές χαρές











Μέρος Τρίτο







Χρόνια μετά,  ζητούσα την μορφή του



στα όνειρα μου, πάντα μουσκεμένα



πως τάχα είχε φύγει και έμενε σε σπίτι άλλο



«τι βάσανο η αγάπη   μακρινή μητέρα»



όλους τους φόβους  σου φορτώθηκα



μαζί με σπλήνα, δάκρυ και αίμα



Μυστήριο  ήσουν αφού  κανείς δεν ήξερε



πότε ερχόσουν και πότε έφευγες



και πάλι ρωτούσα με αγωνία και έψαχνα



μόνο σιωπές και λίγα λόγια σκορπισμένα στον χρόνο



δώρα, που άνοιγαν πιο πολύ  ανησυχία και αποχωρισμό











Μέρος  Τέταρτο







Σε μουσικές εξαίσιες με μεγάλωσες



Κι αργότερα, επιστροφή στις παρτιτούρες  σου



κοιτούσα  αχόρταγα, γραφή,



π ‘μοιαζε πιο πολύ  με νότες παρά με γράμματα,



αχνές σημειώσεις και ημερομηνίες



καθώς τα χρόνια περνούσαν έβλεπα τις ρυτίδες



στο πίσω μέρος του λαιμού σου και μ’ έπνιγε η στοργή



ακούμπησα τις λιγοστές φορές τα χέρια μου



στις πλάτες σου που όλο αδυνάτιζαν



και  υπολόγιζα τον χρόνο



με τα’ άσπρισμα των μαλλιών του



όλα αυτά σε ηθελημένη σύγχυση



εφιάλτες και πραγματικότητα έσμιγαν σε ήχους







Μέρος Πέμπτο







Με μάθαινες την ιστορία της μουσικής,



τις  λίγες ώρες που σε έζησα,



με ονόμαζες Σοπέν..



δεν ξέρω  ακόμη  το γιατί,



(ίσως και να  έχω καταλάβει)



και χαμογελούσες,



Έφυγες μιαν άνοιξη και το’λεγες,



«για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει»



μεγάλωσα απότομα με το φευγιό σου



και δεν το ήθελα,



παιδί γυναίκα ποτέ  ξανά,



κανείς δεν πίστευε τον άπιαστο  πόνο μου



και σκάρωσα ταξίδι  μακρινό σε άλλο τόπο



και εκεί  ξεχειμώνιασα την πίκρα μου λίγο καιρό...







Ο Πατέρας   β΄ εκδοχή











Συνεχίζεται- σε εξέλιξη







Copyright © Μαρία  Σκουλαρίκου – Πανούτσου .



All Rights Reserverd



Αθήνα 2016



Σημείωση της ποιήτριας



Η πραγματικότητα είναι διαφορετική από τον μύθο του πατέρα. Ο πατέρας δεν έφυγε ποτέ από το σπίτι μας παρά μόνο στα  επαγγελματικά του ταξίδια που  με αυτά, γύρισε τον κόσμο τρεις φορές και έμαθε στην μητέρα μου και μένα την υπομονή και την αναμονή. Φαίνεται ότι στα όνειρα μου αυτή η απουσία, πήρε μεγάλες διαστάσεις στην παιδική και εφηβική ηλικία
172 · Dec 2019
.....
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
.ο έρωτας, ένα άχρηστο τραπουλόχαρτο
που μόνος, εξαργυρώνεται
στον χωρισμό,

κι’ εκεί ανθίζει, κι’ εκεί ανέρχεται
στους εφιάλτες, στα γδαρσίματα,
σαν ένα τρένο, που βρίσκεται  πάντα μπρός..

Τα πρωινά
Μ.Π
170 · Jan 2021
Η νύχτα
MARIA PANOUTSOU Jan 2021
Η νύχτα
όπως η μελάνη που στάζει σ’ ένα άσπρο χαρτί
έτσι  αγγίζω τις  ριπές του δειλινού μιας μέρας  
εκεί στη  άκρη της γλώσσας, δες το σπυράκι  
στη άκρη της  χούφτας,  ένα λερωμένο  μαργαριτάρι  
μ’ ένα ποταμό από φιλιά αρχίζει το όνομά σου
ν’ αλλάζει να γίνεται ένα  σφουγγάρι από μνήμες
σταλάζει η αγριάδα του κορμιού σου
κι ‘εντοπίζω  έναν χτύπο  δικό μου στο σύμπαν
σε αποκαλώ, σε φωνάζω,  αγέρα  αναστημένο
μήπως και  βρω μια  συγγένεια με την φύση
υπάρχει ένας τόπος  αγρυπνίας  με ανθρώπους
εμένα μου φτάνει ο ύπνος   της νύχτας κοντά σου  
την νύχτα που μας σκεπάζει και μας  ενώνει
Μαρία Πανούτσου
Νοέμβριος  16 / 2018
MARIA PANOUTSOU Jan 2021
Γιατί σου γράφω;
μα για να σου  ψιθυρίσω για πολλοστή φορά πως  η γιορτή που έρχεται στην καθημερινότητα και πλουμίζει το κάθε τι είσαι εσύ
είσαι το φως που  κάθε γωνία σκιερή του είναι  μου, αρπάζει και συνθλίβει
εσύ φανός της ζωής μου
είσαι το άγγιγμα που μεταμορφώνει το  ασχημόπαπο στην κοιμισμένη βασιλοπούλα
το παραμύθι του κόσμου, που γεννήθηκε με την πρώτη σoυ λέξη
είσαι η φωνή που με καλεί    
το όνομα μου στα χείλη σου,  αλσύλλιο
κάτι  αλλόκοτο και άγνωστο μα δροσερό
και τρέχω να σε ανταμώσω με την ταχύτητα του φωτός
εσύ που ανάπτεις κάθε μου πόθο
είσαι εσύ
που με κρατάς να μείνω σε αυτό που ονομάζουμε ιστορία αγάπης μια αυταπάτη τόσο γλυκειά
με σάρκα που λευκαίνει μέρα με την μέρα  
με κάνεις να λέω  και τώρα,
είσαι εσύ που
για πρώτη φορά  
όλα για πρώτη φορά
Μαρία Πανούτσου (αδημσίευτο)
167 · Oct 2018
Άτιτλο 2
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
Άτιτλο 2

το χωριό είναι ένα τεράστιο περιστέρι κουρασμένο
που βρέθηκε στην πλαγιά αυτού του τόπου τυχαία
και αποκοιμήθηκε μέχρι το επόμενο φθινόπωρο

ξαποσταίνει και ξαποσταίνει ρυθμικά
από φθινόπωρο σε φθινόπωρο
αναβάλλει το ταξίδι για άλλα μέρη
βρήκε στο τόπο αυτό κάτι τι που αγάπησε

αναβάλλει και την θυσία που είχε τάξει
για να σώσει τους ανθρώπους
αυτού του τόπου από το κουτί της Πανδώρας
τους ευλογεί που δεν βλέπουν όσα βλέπει
αυτό το τεράστιο πουλί

που δεν ακούν τους υπόγειους κραδασμούς
και δεν μυρίζουν το χώμα με το χρώμα της βροχής

ανάμεσα στους βράχους αντηχούν τα βρύα και οι λειχήνες και τα ταπεινά κυκλάμινα και εκείνες οι μωβ ορχιδέες που διακοσμούν το βλέμμα μου που ρουφάει ακόμη και τα μικρά μυγάκια που γεμίζουν το φως με ανησυχία

στο χαρτί που γράφω ένας σκουριασμένος συνδετήρας με κρατά σε μια ενδιαφέρουσα παρένθεση

Μαρία Πανούτσου 03.10.18

Στον αγαπημένο
167 · Jun 2018
Ο μπερές,
MARIA PANOUTSOU Jun 2018
Μαρία Πανούτσου
  Ο Μπερές
                                        
Αφιερώνεται στην Αλέξία από την Αμμόχωστο





Φεβρουάριος.
Δεν έχει σημασία ποια χρονολογία.
Της Ιστορίας καμώματα οι χρονολογίες.
Έχει σημασία όμως πότε.
Ναι,
πριν από .. ή μετά από….
Εκεί…….που ακριβώς.
Εκεί στην θάλασσα.
Φεβρουάριος μήνας.
Μέσα στην θάλασσα.
Εκεί που πριν λίγο,
με το μπερέ, τον μπλε, μαθήτριας,
πεταμένο ανέμελα πάνω στην άμμο.


Τώρα στην θάλασσα ένα ψάρι άσπρο λιγνό,
με μακριά καστανά μαλλιά,
που επιπλέουν και δίνουν  σημάδι και ίχνος.

Το σχολείο κοντά,
το σπίτι κοντά
κι’ οι λεμονιές εκεί
οι φίλοι κοντά,
η εκκλησία κοντά,
το παζάρι εκεί,
η αγορά και ο τρούλος,
τα θρανία στην σειρά.

Κι ’ ο πρώτος στηθόδεσμος και τα μυωπικά γυαλάκια  μου εκεί,
αυτό το στήθος αυτή η εφηβεία ήρθε τόσο πρόωρα..
δεν ήξερα τι ήταν,
αρρώστια ή μεγάλωνα;
Στο Βαρώσι,ι στην πάλη της άμμου,
στην Αμμόχωστο.

Στο κατηχητικό με τον μπερέ στο χέρι
και στην εφημερίδα του σχολείου
με τον κοντυλοφόρο, και μελάνια αχνιστά.

Η λεμονάδα με τριμμένο λεμόνι
από το κήπο του σπιτιού,
στο μάθημα μαγειρικής,
ξετρέλανε τους φίλους της οικογένειας,
όλα εκεί,
με τα σημάδια της ψυχής μου,
και το σημάδι στο χέρι το δεξί,
όλα εκεί..
Ι Ιουνίου 2018

Στην ενότητα ‘ ιστορία του τόπου μου’
166 · Oct 2021
diadromi
MARIA PANOUTSOU Oct 2021
logos

a source and containers
with gargling water for a day
short-distance tracking
ritual in green icons
ears enlarged in feathers
listen to the foliage
water - birds and the heart
speak with slogans -
as I spoke to the trunk
tall tree
my own planted child
I did not know fear then
I learned him in the crowd
without air without *****
an insult that sweeps


epilogue

… ..As if they were cold
I only accept visits to the kitchen
whitewashed- to remind
the paradise that goes out
as with frame, wet board-
outside and under the shed
swallows the nest of swallows
the weather got cold… ...
My poem DIADROMI translated from Greek
by Ayesha.
Thank you Ayesha. I will try to translate it too.
MARIA PANOUTSOU Jul 2018
Θυμάστε τις βελόνες της γιαγιάς/
Έτσουζαν/
Μικρές σταλαγματιές αίματος/
Mικρές μπαλίτσες λαμπερές
Ποικίλες στιγμές μιας αίσθησης/


Θυμάμαι τον έρωτα/ όταν ερωτεύομαι
Τότε ξαναγεννιέται /από τις στάχτες του/
Μια τιμωρία ξεχασμένη/


Εκεί που πριν ηρεμία και σιγουριά/
Ισορροπία όμοια με του γλάρου πέταγμα/
Τώρα καταιγίδα πάνω σε βράχια αιχμηρά/
Εκεί κι ο φοβερός εχθρός /καραδοκεί/
Ερχόμενος από το πουθενά/
Τώρα στο πουθενά με πάει/


Προβάλει ένας άγνωστος βλοσυρός/
Άσχημος/ φριχτός/
Μυρωδιές του σκότους/
Όπως μια σκιά/
Που ξεπερνάς/
Απρόσκλητη/ και ήδη γνώριμη


Αδέξιος /αδύναμος/ άλογος/
Γεμάτος με τα όχι μου/ ο άγνωστος
Με τις απαγορεύσεις μου/
Και τότε υποταγμένη ακόμη μια φορά
Παλεύω /με νικάς /σε ξεχνώ /
Παλεύω / σε ξεχνώ
Μια ζωή νίκες και αντίο/
Για μια νύχτα κόμη /
Σε στρώματα/ άστρωτα/


Ένας ξένος με τραβολογά/
Και απαιτεί/
Να ρουφήξει την ψυχή μου/
Ξένε μου/ λυπήσου με/


Δεν έχτισα ακόμη τον κόσμο μου/
Δεν μεγάλωσα ακόμη τ’ όνειρο μου/
Δεν βοήθησα την άνοιξη να έρχεται πιο συχνά/
Ένα τετράδιο άδειο που περιμένει γράμματα/
Μπερδεμένα και λυπητερά / είσαι έρωτα/
Μέχρι που χάνεις τα φτερά σου/


Εκλιπαρώ την ομορφιά της ησυχίας/
Με το σώμα σιωπηλό /και κρυφά ζωντανό
Σκαλίζω τις ώρες/ πίνω απ’ τις πηγές της ζωής/


Ευφραίνομαι την ομορφιά /
Και ριγώ στον όλεθρο του κόσμου/
Χορεύω τις ώρες τις νύχτας/
Και τότε εκεί που όλα με αφορούν/
Να η ταραχή και φόβος/


Ένας τελικό αφανισμός/
Έγινε πρόσωπο και φωνή/
Λέξεις και κινήσεις/
Φωτιά και ιδρώτα/


Θυμάμαι /αίμα με αίμα /που τραγουδά/
Σαν μια τσιγγάνα/ τρελή και νέα/
Σαν ένα παιδί που τρέχει/


Ο πόνος της άρνησης/
Μπροστά γκρεμός και πίσω κόλαση/
Διαλέγω την άρνηση/
Και λυπημένη αποχαιρετώ τον άγνωστο /
Διαλέγω την άρνηση στον έρωτα/
Ξανά στις βελόνες που τσούζουν/


Πια το σώμα κατάδικο/
Χωρίς τραβήγματα/
Της καρδιάς και των σπλάχνων/


Copyright © Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jul 2018
δεν ζήτω τίποτα
ας μείνω μόνη κάτω από ένα δένδρο
πλατύφυλλο
ξέρω ότι θα επιβιώσω
όσο ο θεός το θέλει

μ.π
από τα στενά και τα δύσκολα
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
Ήταν Δεκέμβρης....
Πάθους ομολογία
Στον κήπο τα δένδρα φούντωσαν
Δένδρα  της χειμωνιάς
Χρώματα βαθιά του πράσινου
Σκληρά της αντοχής
Ο αέρας μιλάει με ό τι βρίσκει μπροστά του
Με ό τι  του αντιστέκεται

Τις πόλεις ονειρεύομαι να ξενυχτούν
Οι άνδρες σε μπουρνέλα φτάνουν
Και  κάτι γάτες τρέχουν να προλάβουν
Το άδειασμα των σκουπιδιών
Πιο πέρα  η χαρά  μπουρδουκλωμένη


Γυρίζω το βλέμμα στο κήπο
Στην πικρίλα των άγουρων αχλαδιών
Και  στη ξινίλα των πορτοκαλιών
Που άρχισαν να πέφτουν πρώιμα



Μαρία Πανούτσου
159 · Jun 2020
how to .....
MARIA PANOUTSOU Jun 2020
Portrait

HOW   TO....


If I knew how to stand
how to walk
and if the sky broke in two
just for me
over my head
and all the hidden presents
waters that mingle, in river and sea
how beautiful they look faded
lamps and stars,
then
I would have bathed, my body my hair
and that it defines me,
small bitter and tender
and faced the fire,
with words
to quench her.


(Maria Skoularikou Panoutsou)


Translated for Greek  by me   and  diligence by  Jim Musics
158 · Sep 2020
επίλογος
MARIA PANOUTSOU Sep 2020
«Προμη- θεϊκή γυναίκα  
εγώ… και η άλλη πλευρά του φεγγαριού »

As τελειώνουμε με αυτό το βάσανο/αυτό το βάσανο / ας το αφήσουμε πίσω /να μας κυνηγά και να μην μας φτάνει/
μαμάδες/ μπαμπάδες/ αδέλφια/ το σόι/και την κοινωνία μαζί / και εσείς οι άλλοι (les autres ) /η κόλαση του Δάντη/αυτό το μπέρδεμα. .. paroles …paroles…
ποιος έχει την δύναμη να ξεδιαλύνει /την ‘Κόπρο του Αυγεία’   ας αρχίσαμε λοιπόν / από την ώρα του Αδάμ και της Εύας/ και ας έχουμε για βάρος το δικό μου μόνο /
να σέρνω στις πλάτες μου /το μόνο αμάρτημα/της ανθρωπότητας / σαν τον άτλαντα/ και σαν τον Προμηθέα εγώ/μόνο εγώ /Προμηθεϊκή γυναίκα εγώ,  
αφού έτσι το θελήσατε  εσείς/ οι αρσενικοί αυτής της γης /να είναι το δικό μου /και του καημένου του φιδιού/το φταίξιμο/τι σας έφταιξε και αυτό το καημένο το φίδι..
ας μιλήσουμε για την  άλλη πλευρά λοιπόν  την πλευρά που συρρικνώνεται κάτω από τις φιοριτούρες του SAVOIR VIVRE  και επειδή ο ‘ άλλος ’  δεν είμαστε εμείς / και για να γίνουμε  ‘ ένα ’ / ο έρωτας έρχεται και  ταπεινώνει με ορμή ό,τι κατέχουμε / όμως / μέχρι να καταλάβουμε τι συμβαίνει/ έχει φύγει κι αυτός  και είμαστε πάλι όχι ταπεινωμένοι / αλλά και μόνοι/.

Η Εύα,  ένα δένδρο και μια ευχή.
Πανδώρα.
Ένα κουτί και μια μικρή σαύρα.

Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU May 2018
Μαρία Πανούτσου




Σε κέρδισε η αγάπη μου
Όπως κερδίζει ο ήλιος τον αέρα.
Τις ιστορίες που γέννησες
Για προσωπική ευχαρίστηση,
Δεν έφτασαν το μεγαλείο μιας δόξας
Όμως εγώ δεν πόθησα την δόξα,
Πιότερο από τον άνεμο και το φεγγάρι,

Αλλά το μέτωπο σου
Που πρώτο χρωματίζεται  
Και από τα χείλια σου
Που πρώτα αυτά γεύονται
Την νοσταλγία μου

Ναι είναι αλήθεια σε πόθησα πιότερο
Και από την νοσταλγία
Πιότερο από την ίδια σου την σκέψη
Που σαλεύει να με τοποθετήσει
Στα ουράνια ή σε πηγάδι
Με κομμάτια απ’ το κορμί σου

Έτσι έφτασα σε σένα
Από την οδό της άρνησης
Να μπω ή να μη μπω
Να σε αγαπήσω ή όχι
Να σε ζητήσω ή όχι
Να σε παγιδεύσω η όχι
Να ζήσω ή όχι

Η πραγματικότητα η δική σου
Με βρίσκει ανέτοιμη για σένα
Δεν ξέρω από πού να φυλαχτώ
Πια στάση να κρατήσω
Πιο φόρεμα να βάλω
Πώς να σου χαμογελάσω
Πώς να πλαγιάσω πλάι σου
.
Ναι, με βρήκες ανέτοιμη
Γι’ αγάπη ερωτική
Και ξάφνου έγινε το θαύμα
Να σε λατρέψω θέλω
Όπως ο γύπας , το αθώο αρνί
Όπως λιοντάρι, το ψοφίμι
Κι αυτό ασάλευτο στο ξερό χορτάρι
Όπως γυναίκα εγκυμονούσα
Τον λατρευτό της άνδρα

Ας σμίξουμε σαν δυο αστέρια
Που κατεβαίνουν με ορμή στην γη
Σαν δυο πουλιά τραυματισμένα
Από το ίδιο βόλι
ας σμίξουμε μια βραδιά
Σ ένα τοπίο λιτό και καθαρό
Όπως δυο κύτταρα
Όπου ‘ο λόγος’ τα ονομάζει ζωή

Αφιερώνεται στον W.B Y
154 · Apr 2020
coronavirus DAYS
MARIA PANOUTSOU Apr 2020
Αθήνα - Απρίλιος 2020



Τον καιρό του κορονοϊού, θυμάμαι εγκλεισμούς ανθρώπων.

Ο εγκλεισμός είναι ανθρώπινη ιδιότητα

--

Στον ζωγράφο Νικόλαο Δραγούμη
1874-1933
Aυτόν τον αδικημένο

…..Στην Προβηγκία, στην Προβηγκία.
Κάτω απ’ τον ήλιο να σου θυμίζει Ελλάδα. Φτωχέ μου ζωγράφε. Βρήκες το χρώμα και τις ξεκάθαρες γραμμές,την αθωότητα που ο θεός χαρίζει,την προδοσία που ονόμασες αγάπη. Φυλακισμένος εξ αρχής, φυλακισμένος πριν από όλα. Ξεριζωμός ψυχής.

Μικρές κουβέντες, μικρές ψυχές, δοσμένες στην χρησιμότητα σε πρόδωσαν. Και εσύ σεβαστικός, καρτερικός, μέχρι που το έρμο μυαλό σου ξεσπάθωσε επάνω σου, σαν τον σκορπιό που αυτό- δηλητηριάζεται, μάρτυρας εσύ του εγκλεισμού, εσύ ο μοναδικός.


αχ Νικόλαε,
πως η ψυχή μου σε νοιώθει
και ένα δάκρυ για σένα κυλά

το γυμνό ηλιοκαμένο
κορμί σου, σχεδόν σαν μούμια
ένα τοτέμ
κάτω απ’ το φως
μια άλλης πατρίδας

Φόντο ο ασβεστωμένος τοίχος
της χτισμένης καλύβας,
γίνεται ένα με τα Φαγιούμ
ένα, με τις εικόνες των αγίων
ο αποτυπωμένος σε σελιλόιτ
εγκλεισμός σου

Αλήθεια, να ρωτήσω ήθελα..
ποιο ήταν το μυστικό της αντοχής σου;
και έγινε ο εγκλεισμούς το χάρισμα για σένα;

αχ Νικόλαε,
εκεί που σεργιανά η ψυχή σου
άκουσε τι σου λέω..
έζησες πιο πολλά και ωραία
απ’ ότι πολλοί άνθρωποι
ησύχασε την ψυχή σου τώρα …

(σου άνοιξαν πόλεμο και εσύ δεν τον αναγνωρίζεις
νόμισες πως πόλεμος σημαίνει μόνο πείνα και αίμα)

Καθώς σου γράφω,
σφηνώθηκε στο μυαλό μου, η ημερομηνία του θανάτου της Λύντιας*
- γιατί άραγε -
το 1941 που ήρθε και η ολοκλήρωση της επίγειας ζωής σου.

Επίλογος

Ίσως η παγωνιά, η παγωνιά, η παγωνιά, είναι η απάντηση στην παγωνιά.
Οι απλοί των λαών του κόσμου, αν τους αφηγηθώ την ιστορία σου, θα κλάψουν και αυτοί.

….Εσείς οι αισιόδοξοι φέρτε μου πίσω τις ψυχές που θυσιάζετε. Εγώ πάντως χώρισα τους ανθρώπους σε δυο κατηγορίες. Σε εκείνους με τα στάχυα στην αγκαλιά και σε εκείνους με τα δρεπάνια στα χέρια.

--
*Lydia Borzek, Painter  from Roussia companion of Dimitris Dragoumis
153 · Sep 2020
Untitled
MARIA PANOUTSOU Sep 2020
ο χρόνος περνάει αργά
για μένα/

έτσι τον θέλω/
αργό/ τεμπέλικο/

να μου θυμιζει την αιώνια πάλη/
την κρυφή αθανασία/

το απύθμενο τέλος/
να ψιλοβαριέμαι /να ψιλονυστάζω/

σαν ενα αύριο /
που δεν υπάρχει

μόνο ένα  θαλπωρικό παρόν /
ένα βουητό /

ίδιο με μέλισσες εργάτριες
μ.π
151 · Jan 2020
as truth
MARIA PANOUTSOU Jan 2020
Η ροή ξεχειλίζει σε άνοιγμα
ίσο με μια κοφτερή ηλιαχτίδα
Το βουνό αναλλοίωτο στον χρόνο τον ανθρώπινο
σκιάζει το σπίτι που μένει μελαγχολικό
και άτρωτο από κάθε μάτι κακό


Μαρία Πανούτσου
151 · Mar 2024
Andre
MARIA PANOUTSOU Mar 2024
Αγαπητέ Andre



Αναρωτιέμαι



Αναρωτιέμαι,



αν η μυρωδιά της μασχάλης σου,



θα μπορούσε να  με ζήσει και μόνο.



Αν η ρωμαλέα  σκοτεινιά,



που αντικρίζω  στα σκέλια σου,  



τα μάτια μου να’ βλεπαν και μόνο.



Αναρωτιέμαι,



τι είναι αυτό που κατέχεις,



και  που ’μένα μου λείπει.



Αναρωτιέμαι,



αν τα δυο χέρια  και τα δυο  σου χείλη,



μπορούν να κρατήσουν  ορθό ένα σώμα.



Αναρωτιέμαι,



αν η τροφή σου είμαι εγώ  και μπορώ,



την πόρτα της καρδιάς  σου, ανοιχτή να κρατώ,



τότε, τι θάλεγες τις νύχτες του χειμώνα.



Αναρωτιέμαι,



γιατί σε κάθε σου λέξη,



βρίσκω ένα πούπουλο  σε χρώμα ωχρό,



καθώς γαργαλεύει το  δέρμα.



Αναρωτιέμαι,



γιατί  αφού  σ’ αγγίζω,



μια βελόνα είσαι θανάτου.



Πράξεις



Θα μπορούσα να γευτώ  στα δόντια μου,



πρώτα την σάρκα σου.



το αίμα να ρέει πάνω στο σώμα  μου,



δροσιά αιώνια, θα μπορούσα.



Τo ακούμπημα,  στο στήθος



επάνω στην κοιλιά,



κι’ ανάμεσα στα πόδια.



Σ’ ένα κουτάκι ζωγραφισμένο,



μελάνι εδώ κι’ εκεί,



λίγο από τα υγρά σου



σπονδή και νόστος,



χθες, καθώς  άφηνες  ζεστό ένα σώμα,  



κεχριμπάρι θα γίνει,



κόσμημα, προσκύνημα,



σημάδι βαθύ.



Άφησε τον χρόνο αγαπημένε,



χαράζει,  ουράνιο τόξο,



ατέλειωτου πόθου,



στα  χέρια, στα πόδια,



στα σπλάχνα, στο μήλο του Αδάμ,



και σε κρατά.



Προς τα πού δύει ο ήλιος,  



το τελευταίο μήνυμα να στείλω.



Επίλογος



Je  suis une femme  amoureuse



une femme  totalement heureuse



et totalemen tsiste



Viens: de:PRENDRE



ENTRE



COMPRENDRE



RE- JOINDRE



DEFENDRE



VENDRE



ATTENDRE,



PRETENDER



Μαρία Πανούτσυ



2019  Αγαπητέ Andre Β΄ εκδοχή σε συνεχή εξέλιξη







https://surrealistsalonik.wordpress.com/2018/09/25/τετάρτη-28-σεπτεμβρίου-1966/  H ΠΡΩΤΗ   ΕΚΔΟΧΗ
151 · Sep 2020
Αγγίζω
MARIA PANOUTSOU Sep 2020
Αγγίζω τους ανθρώπους από μακριά/  
κάθε μου άγγιγμα /είναι μια στιγμή στην αιωνιότητα/
ένα χάδι στο  μάγουλο /και ένα φιλί  στο πηγούνι/
αγάπες  που δεν εκφράστηκαν/ είναι το μέλλον του κόσμου/
αυτές μας κρατούν όρθιους/
Ένα  πως   και  γιατ/
Το στόμα/
το χέρι/  
το είδα που στάθηκε/
η απόσταση   (  σε/ με )  προστατεύει
από  μια αποτυχία





Mαρία Πανούτσου - Συλλογή   2018
MARIA PANOUTSOU Jul 2018
Κίνηση αυθόρμητη

βήματα αβέβαια,
μπουσούλισμα,
τρεμουλιαστά τρεξίματα
ματιές με χρόνο άπειρο
αναζήτηση αγκαλιάς
ζεστασιά αιώνια
στόμα που ανοίγει αχόρταγο για ήχους
κάρδια που σφυροκοπά
και βγαίνει ώρες ώρες από τα στήθια
γυρίζει το κεφάλι και κοιτά
μόνο το αίμα δεν φαίνεται/
ζαλίζεται γελά και κλαίει
μαγεύεται και αφήνεται
σε κούνια αγκαλιά σε χέρια στιβαρά
εκρήγνυται από αγάπη και λέει μαααμαααα

@jΜαρία Πανούτσου
Μικρή Συλλογή
MARIA PANOUTSOU Jun 2018
Έλα να σβήσουμε τα πρόσωπά μας
Και τα ονόματα γραμμένα
μόνο στην άμμο δίπλα στην θάλασσα

Άσε να ξεβραστούμε τυχαία
σε μια παραλία αυτού του κόσμου
Χωρίς ταυτότητα με αμνησία στο κορμί

Έλα και πλάγιασε δίπλα μου ξένος με ξένη
Αλλά με εκείνη την αγάπη που ζήσαμε
εκείνα τα δευτερόλεπτα

Μην παρασύρεσαι εκεί είμαι στην γωνία
Περιμένω με αγωνία το απρόσωπο πρόσωπο

Τον άνθρωπο χωρίς τα λόγια
Τον άνδρα χωρίς τον σκοπό

Μεγάλωσε ο χρόνος
και κυλά ο ουρανός στα όνειρα μου

Με μια παντιέρα ανεμίζω
και σημαδεύω την άφιξη σου

δεν χάνεται η λέξη που ειπώθηκε
σε μια στιγμή
που το αίμα κυλούσε γοργά

Μαρία Πανουτσου
24.06.2018
DAYS OF FIRE
MARIA PANOUTSOU Jun 2020
Γκρι αποχρώσεις

Δεν υπάρχει απογοήτευση
που να μην μπορούμε
να την υποφέρουμε

-
είμαι εγώ το λάθος μεταμφιεσμένο /
σε ένα σύννεφο με φόρεμα γκρι - αρζάν
το έχετε προσέξει το γκρι - αρζάν /
πόσο ταιριάζει στις σκιές του προσώπου μου
ένα πρόσωπο βγαλμένο από τα ορυχεία Απεράθου /
σε σμυρίγλι σκαλισμένα/ μάτια μύτη στόμα /
-
αντιστροφή και
γνωρίζω τη διαδικασία
και συλλέγω
μικρά πετραδάκια για να
γεμίσω τις τσέπες μου
-
καταλαβαίνω όσους αυτοκτονούν
εγώ από έρωτα μόνο
εκείνοι από απελπισία
-
ο θάνατος είναι ένας φίλος
μπροστά στην απουσία
-
σας μιλάω για κενό
ένα τεράστιο κενό
θα το γεμίσω με χρόνους
-
θεέ μου
βοήθησε με
-στον θεό φτάνουμε
συμπτωματικά
ή όταν υπάρχει ακόμη ελπίδα-
-
πώς οι λέξεις ομολογούν τον χωρισμό
πώς η ειλικρίνεια φανερώνει την αλήθεια
-
η θλίψη
δεν μπορώ να την τινάξω
παλτό για κάθε κακουχία είναι
-
δεν τον ευχαρίστησα για ό, τι μου έδωσε
γιατί το ξέχασα;
αυτό ήταν το πιο σημαντικό
εγώ θέλησα την αγάπη του
-
φωνές ανθρώπων ακούγονται από παντού
μένω ακίνητη αδημονώ
να περάσει
μια ενόχληση
θα την ονόμαζα ίσως και κακοδιαθεσία
-
κοιτάζομαι στον καθρέφτη
και δικαιολογώ το πέρασμα των αιώνων
-
ενστερνίζομαι την ταχύτητα που μαραίνονται τα λουλούδια
-
την παιδική φορεσιά ξετρύπωσα όχθες
το φτωχό σπουργίτι ερμήνευσα όταν τα άλλα παιδιά
ντύθηκαν και τραγούδησαν για βασιλιάδες και πριγκίπισσες

Μαρία Πανούτσου
2019
Ένα από τα ποίηματα της συμμετοχής μου στο βιβλίο ΦΤΕΡΩΤΑ ΛΌΓΙΑ

εκδ. ΕΝΤΥΠΟΙΣ
MARIA PANOUTSOU Jul 2020
For the missing years





Καράβι στολισμένο

ετοιμόρροπο/

στην άκρη θαλάσσιου ύδατος/

εξατμίζεται



Αστόλιστο  δένδρο

γυροφέρνω/

με  στολή ναυαγού/

πριν κυλίσει αργά στο σκοτάδι



Γιρλάντες απωθώ/

μ’ ενοχή τρανταχτή/

δώρα χαρμόσυνα/

ατμόσφαιρας  λειψής



Ψαχουλεύω  στις  τσέπες

του μυαλού μου/

περπατώ

στο δωμάτιο αργά/



Σε φέρνω στολίδι

σε  δικό μου ζωγραφισμένο πίνακα/

και  αναρωτιέμαι

για τη μορφή σου/



Έξω βοριάς/

μα να / ο  αιώνιος  Σίσυφος /

κουβαλώντας τον σταυρό του/

μόλις γεννήθηκε



Σηκώνω τις λέξεις

τις τραβώ απ’ το κορμί Σου/

καταπίνω τ’ όνομα Σου/

γεμίζουν τα σπλάχνα  μου ευλογία/

Σε θέλω  φίλο/



Ξεσκεπάζοντας

βλέπω τα σημάδια Σου

άπιστε Πέτρο/

αναποδογυρίζω  εικόνες/

με τον Ρουμπλιόφ

να κλαίει γοερά/



Τι μένει απ’ την γιορτή γέννησης/

παρά ένας καημός/

κι ένας λυγμός



Στην  άκρη της πόλης/

πάνω σε πέτρα άβολη

και κοφτερή/

Σε βλέπω/



Ένα παιδί που μόλις  μεγάλωσε/

δηλώνει  πίστη και  λέει/

«Άφετε τα παιδία

και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με,

των γαρ τοιούτων εστίν

η βασιλεία των ουρανών»



Έξω/ ωχρή συννεφιά/

Σε σκέπτομαι στο κρύο/

και παγώνω/

Σε  αφήνω σκυφτό /και  σκεφτικό/

Χριστέ μου



Γυρνώ το βλέμμα μέσα/

επιστρέφω στο χρέος /

εγκαταλείπω το χάος/



Τιτίβισμα παιδιών με καλεί/

εξιστορώ τον ερχομό Σου/

Λιβάνι / Χρυσός  και Σμύρνα/



Βάζω τα λόγια Σου

στο στόμα μου και πάω/




Ο κύκλος  ξεκινά και πάλι/

Γέννηση Θάνατος
144 · May 30
H Διαθήκη
Στον Θεόδωρο Μπασιάκο



α
 
έφυγε το πουλί
τα ψίχουλα στο πρεβάζι
 
ένα φτερούγισμα ακόμη
μια τελευταία ματιά
 
δεν αντέχεται ο πόνος
της πραγματικής αγάπης
 
αφήστε με να το πω
με τον πόνο αυτόν
 
κινώ ουρανό και γη
κινώ και τα όνειρα τα ξεχαρβαλωμένα
 
 
 
β
 
μου το υποσχέθηκες, θυμάσαι
με καθησύχασες, θυμάσαι
με απλά λόγια, θυμάσαι
 
τα λόγια είναι ο καθρέπτης
της κάθε διαδρομής
της ερώτησης και της απάντησης
 
τα χτενίζουμε τα λόγια
όμως αυτά ξεγλιστρούν
και λένε την δική τους ιστορία
 
 γ

 ξύπνησα – κενό
η εικόνα – καθαρή
 
πόσο μακριά χέρια είχες
πόσο μεγάλο στόμα είχες
 
πόσο μεγάλα μάτια είχες
πόσο μεγάλο στέρνο είχες
 
πόσο μεγάλη καρδιά είχες
για να με φτάσεις
 
 μα κι ο λύκος δεν είναι πια εδώ
 
δ
 
 η κοίτη στέρεψε. το κατάλαβες
ο ουρανός χαμήλωσε, το είδες
 
το νερό ΧΎΘΗΚΕ στο κράσπεδο
η νύχτα μίκραινε, μέρα με την μέρα
 
και εσύ πάνω στο ΆΛΟΓΌ ίδιος
Δον Κιχώτης, μας χαμογέλασες
 
 
Αθήνα 18/10/2020
142 · May 2018
Απλό, τόσο απλό
MARIA PANOUTSOU May 2018
Μαρία Πανούτσου


Απλό, τόσο απλό


Δεν κρατώ κάτι για μένα.  
Σιγά- σιγά αργά, γλυκά
και βασανιστικά,
φτωχαίνω κάθε τι  δικό μου.

Φέγγω σαν της αυγής,
το φως,
κι ‘οι  μέρες  όλες ίδιες  


Άγγιγμα ιερό,
σε χωματένιο στρώμα,  
λάμπει η  ομορφιά σου.

Μα να,  γυρνώ πάλι εδώ,
στο τώρα.  
Όχι σε στίχους,
μα σε σένα και σε μένα.

Σ’ ένα δωμάτιο, σ’ ένα γεύμα,  
σ’ ένα ποτήρι νερό.

Ένα τραπέζι  ίσως,
ένα  ρούχο,  
μια τσάντα,  
ένα τσιγάρο.

Σε κάτι απλό, μόνο απλό,  
όσο  γίνεται πιο απλό.

Μια στάλα από κάτι  
Να τόσο απλό.    


Μαρία Πανούτσου
   25/05/2108
141 · Jun 2020
συνομιλία
MARIA PANOUTSOU Jun 2020
το σπουργίτι

…λοιπόν ανασαίνεις
ό,τι ανήκει στο παρελθόν
εκπνέεις
τις λύπες
που γαντζώθηκαν στην άκρη της φούστας σου

το αεράκι ανεμίζει
το στρίφωμα μπαλωμένο με ρίγη και σάλιο
το ρούχο αφήνεται στην ζεσταμένη άσφαλτο α πόδια έχουν τη τιμητική τους
δρασκελίζουν τον κόσμο με ορμή
άλμπατρος χωρίς φτερά

εγώ

εκεί θα φτάσω όπου δεν έφτασε κανείς
εκεί θα ομολογήσω “τελώ”
τον τελευταίο στίχο μου…
ήχοι από μια συναυλία του 80′
κάτι σαν ήχοι από ρόδες
δίπλα σε χωράφια πράσινα
γεμάτα με γύρη
μπερδεύονταν με ό,τι ονομάζεται μουσική …

2020
μαρία πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jul 2020
Ο δρόμος με τα χαμηλά σπίτια

Και όσοι ζουν μέσα στα εγκόσμια
ας ζουν σαν να μην ασχολούνται με αυτά
Προς Κορίνθιους

Στην ζεστή άσφαλτο περπατώντας
έγερνε δειλά το κεφάλι
και έβλεπε τα δένδρα
να ριζώνουν στον ουρανό

Δεν έφτασε ποτέ στο σπίτι που γεννήθηκε
δεν ήξερε καν τον δρόμο
έτσι ησύχασε και αφοσιώθηκε
στο δρόμο της καθημερινή βόλτας

Αναμονή για τις αμυγδαλιές
τον μήνα τον σωστό
κι’ ήταν το κρύο απαλό
χάδι που προμήνυε γιορτές

Έμοιαζε με χαρά κοινωνική
μα έκρυβε μια άλλη χαρά
σαν ένα όστρακο που κλείνει στιβαρά
μια λαίμαργη αχιβάδα

Εκείνο το άγνωστο μέρος
γεμάτο με θάμνους έκρυβε ένα κάτι
που την φόβιζε και την σαγήνευε
χωρίς όμως να ξέρει το γιατί

απουσία χρόνου της θύμιζαν τα σπίτια
και μια ασιτία κρυμμένη πίσω από τα παράθυρα
έβλεπε το στοιχείο που καθόριζε τον δρόμο
ο ουρανός που πλέρια έφεγγε


την καρδιά μακριά να κρατήσω
από ό τι με θέλγει
και με βήμα αργό να ψελλίσω
«αυτός ο δρόμος με καλεί και πάλι».

Μαρία Πανούτσου
Νοέμβριος 2018
139 · Apr 2020
Winter's dawn
MARIA PANOUTSOU Apr 2020
let the wings of memory
to caress your soul  
roses are on their way,
full time grow
absorb your image
in the open air on a bow
plz deny  my friend ,
to say hello to winter's dawn


Maria  Panoutsou 2012
138 · Jan 2020
Πλημμύρα
MARIA PANOUTSOU Jan 2020
σε ποιά αυλή να περάσω την νύχτα μου/
σε ποιο δένδρο να ακουμπήσω/
ποιο αστέρι να διαλέξω/
για ταξίδι στο στερέωμα/

είμαι μια πλημύρα σήμερα/
είμαι  ένα  ποτάμι/
ο αέρας μου μίλησε εχθές την νύχτα/
έκανα πως δεν άκουσα/

παρέδωσα κι εγώ το πνεύμα/  
σε ένα τραχύ  βλέμμα/
ένα άκαμπτο  αρσενικό/
μια  θαλπωρή ανύπαρκτη/
ένα  στέρνο  άκαρδο/
μια  αγκαλιά αγκάθια/
κι’ ο καθρέπτης  έσταζε αίμα/
Μαρία Πανούτσου  2018
136 · May 2018
Να θυμάσαι
MARIA PANOUTSOU May 2018
Μαρία Πανούτσου
Να θυμάσαι
Αφιερωμένο εξαιρετικά




Δεν είσαι ένα πρόσωπο  
Είσαι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο
Συγκεκριμένα χείλι
Και η φαβορίτα εκεί κοντά
Σ’ ένα αυτί συγκεκριμένο
Που του μιλώ  


Συγκεκριμένη και η μύτη  
Και το δέρμα και  η υφή του
Συγκεκριμένο και το στέρνο
Με τις θηλές να εξέχουν
Μέση, γοφοί, συγκεκριμένα  όλα  
Ένα σώμα που απλώνεται και φέγγει
Και παρασύρει όλα τα ανδρικά σώματα
Σε ένα τραγούδι λίγο λυπητερό


Μαδάω την μαργαρίτα  
Και την ρωτώ
Μ’ αγαπά δεν μ’ αγαπά


Να θυμάσαι τις στιγμές που μ’ αρνήθηκες
Τα μάτια που σε λάτρεψαν
Τα χέρια που μίλησαν
Μα  πιότερο να θυμάσαι
Πως τα σώματα μας όταν πλησιάζει το ένα το άλλο
Είχαν γιορτή
Και μια γαλήνη απλωνόταν, γαλήνη ζωής
Σε όλα τα μέλη μας  
Είναι το σώμα,
Ένα δώρο να θυμάσαι  


Τους αιώνες διατρέχαμε,
Να βρει ο ένας τον άλλον
Και τώρα ο παντοδύναμος  χρόνος  
Μας ανταμώνει ξανά


Κάτω από την φούστα μου κρύβω
Ένα μαχαίρι
Ένα άστρο  
Ένα ποτήρι νερό
Και το φιλί σου
Για ασφάλεια, μη με χάσεις, μην χαθούμε,
Φύτεψε με στις γυναίκες που πλαγιάζεις
Στρίμωξε με, μέσα στ’  όνειρα σου
Και μην περιμένεις την γνωστή  λέξη
Δεν θα την προφέρω για σένα
Βρήκα μια άγνωστη λέξη  για σένα μόνο
«Σ ‘αγαπώ»



Επίλογος. Αν  όλοι οι άνθρωποι  ήταν την ίδια στιγμή ερωτευμένοι, τότε σε όλη την γη,  θα απλωνόταν απ’ άκρη σ’ άκρη  αυτόματα,  η ειρήνη.​
136 · May 2018
Untitled
MARIA PANOUTSOU May 2018
Μαρία Πανούτσου





αγκάλιασε με ξανά και ξανά
όπως εσύ ξέρεις μόνο

μη φοβάσαι, αντέχω  
σφίξε με μέχρι να λιώσω

μη  ντρέπεσαι  
ζήτησε μου να σου φιλώ τα πόδια
κάθε λεπτό

κρύψε με στις πιο κρυφές γωνιές
για σένα μόνο υπάρχω,

σβήσε κάθε απόσταση που μας χωρίζει
νύχτα ή  μέρα

τροφή μου το σάλιο σου
και οι μικρές δικές σου φωνούλες

αυτές που με μπερδεύουν για το ποιος είσαι
τότε σε θέλω πιο  βαθιά  

δεν είμαι άνθρωπος πια
παρά μόνο ένα  δικό σου  εργαλείο αγάπης

τι σου γράφω.....
αφού ό τι νοιώθω δεν είναι μπορετό να ειπωθεί με λόγια
παρά μόνο με σιωπή




Μαρία Πανούτσου. Ποίημα για τον Αγαπημένο. Ξεκίκησε  τον Δεκέμβριο  του 2017 και  γράφεται ακόμη
Next page